Πέμπτη 2 Απριλίου 2020

ΜΗΔΕΙΑ ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ, ΕΛΠ 31

ΦΟΙΤΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΓΙΑ ΕΛΠ 31- ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ

Μήδεια, απόδοση στη Νεοελληνική γλώσσα Χουρμουζιάδης Νίκος



 
 
 
 
 
 
 
Εισαγωγή                     


Ο ποιητής Ευριπίδης (485/4-406 π.Χ.) με την τετραλογία: Μήδεια, Φιλοκτήτης, Δίκτυς και το σατυρικό δράμα Θερισταί πήρε την τρίτη θέση στους δραματικούς αγώνες το 431 π.Χ. Στην τραγωδία Μήδεια, που θεωρείται ένα από τα αριστουργήματά του, ο ποιητής σε έναν παλαιό μύθο -η Μήδεια σκότωσε τα παιδιά της προσπαθώντας να τα καταστήσει αθανασία στον κορινθιακό ναό της Ήρας Ακραίας- έδωσε νέα ερμηνεία: η Μήδεια από την Κολχίδα, απόγονος του Ήλιου, θανάτωσε τα παιδιά της για να εκδικηθεί τον σύζυγό της Ιάσoνα, που την εγκατέλειψε προκειμένου να παντρευτεί την κόρη του βασιλιά της Κορίνθου.[1] Το έτος που παρουσίασε ο Ευριπίδης τη Μήδεια η πόλη των Αθηναίων ήταν ακόμη οικονομική και στρατιωτική δύναμη.[2] Κυρίαρχη πνευματική κίνηση, από τα μέσα περίπου του 5ου αιώνα, ήταν οι ριζοσπαστικές θέσεις των Σοφιστών (όπως  η αμφισβήτηση των θεών, η ηθική της αντίθεσης νόμω-φύσει, η γνώση της ρητορικής τέχνης είναι δικαίωμα όλων). Επιρροές από τον σκεπτικισμό της εποχής αντανακλώνται στα έργα του Ευριπίδη.[3]

Η παρούσα εργασία πραγματεύεται τη δραματική λειτουργία της εμφάνισης των ηθοποιών και της μακράς παρουσίας στον σκηνικό χώρο της Μήδειας στη Μήδεια που εκτυλίσσεται στην Κόρινθο.


 Η δραματική λειτουργία των ηθοποιών



Η τραγωδία ξεκινά με την εμφάνιση στη σκηνή της Τροφού, η οποία βγαίνει από μια δίφυλλη πόρτα[4] που ανήκει στο παλάτι της Μήδειας. H Τροφός αφού ανατρέχει σε γεγονότα (στο ταξίδι της Αργώς, στη βοήθεια της Μήδειας στον Ιάσωνα, στον θάνατο του Πελία στην Ιωλκό που προκάλεσε η Μήδεια, στην εξορία της Μήδειας και του Ιάσονα στην Κόρινθο, στ. 1-15)·  επανέρχεται στο τώρα που βασιλεύει παντού το μίσος (στ. 16), αφού ο Ιάσονας ετοιμάζεται να παντρευτεί την κόρη του βασιλιά Κρέοντα –ενώ η Μήδεια κείτεται άσιτη, το σώμα της αφημένο στους τόπους (στ. 24). Η Τροφός εμφανίζεται οργισμένη, φοβισμένη για τις αντιδράσεις της Μήδειας (δεινή γαρ, στ. 44) και με τη φράση [η Μήδεια] στυγεί δε παίδας ουδ’ ορώσ’ ευφραίνεται (στ. 36) προοικονομεί τη δολοφονία των παιδιών από τη μητέρα τους. Με την εμφάνιση του Παιδαγωγού,πουενημερώνει την
Τροφό για τη φήμη σχετικά με την απόφαση του Κρέοντα να διώξει τη Μήδεια και τα παιδιά της από την Κόρινθο (στ. 70-71),ξεκινά η δράση του έργου. Η παρουσία των παιδιών της (που είχαν έρθει μαζί με τον Παιδαγωγό), το νέο για την απέλαση της απατημένης Μήδειας και ο θρήνος της που ακούγεται από το παλάτι (Ωωω! Ας γινόταν να μ’ έπαιρνε ο θάνατος, στ. 98) δημιουργούν κλίμα συμπάθειας για τη Μήδεια και αντιπάθειας για τον Ιάσωνα που για τους φίλους είναι κίβδηλος (στ. 84) πριν ακόμα το συζυγικό ζευγάρι εμφανιστεί στη σκηνή. Τα παιδιά, μετά από προτροπή της Τροφού που ανησυχεί για τη ζωή τους, αποχωρούν από τη σκηνή μαζί με τον Παιδαγωγό. Η Πάροδος (στ. 131-212) ξεκινά με την εμφάνιση γυναικών από την Κόρινθο –πρόκειται για  τον Χορό, η θέση του οποίου ήταν  μάλλον στην ορχήστρα[5], λίγο χαμηλότερα από τη σκηνή.Mε την εμφάνιση του Χορού ξετυλίγεται η δράση: οι γυναίκες στέλνουν την Τροφό στο παλάτι για να πείσει τη Μήδεια να έρθει έξω να συζητήσουν (στ. 174-182). Η Τροφός αποχωρεί και ακολουθεί τραγούδι του Χορού (στ. 206-213) προκειμένου να καλυφθεί το κενό έως την εμφάνιση της Μήδειας. 

            Το Πρώτο Επεισόδιο (στ. 214-409) ξεκινά με την εμφάνιση της Μήδειας που απευθύνεται με ψύχραιμο ύφος στις φίλες της (Γυναίκες της Κορίνθου, στ. 214) με σκοπό να κερδίσει την εύνοιά τους. Στον μονόλογό της αιτιολογεί τη δημόσια εμφάνισή της (ο ξένος οφείλει ασφαλώς να εναρμονίζεται απολύτως με την πόλη, στ. 224-225). Εκφράζει την επιθυμία της να εκδικηθεί τον Ιάσονα αν βρει τρόπο ή τέχνασμα (στ. 260)  και ζητά και λαμβάνει την ανοχή του Χορού (να μη μιλήσεις, στ. 261). Η είσοδος του Κρέοντα διακόπτει τη συζήτησή τους. Εμφανίζεται επιθετικός και αποφασισμένος να διώξει τη Μήδεια και τα παιδιά της. Ωστόσο εκφράζει την ανησυχία του: Σε φοβάμαι (στ. 282), επειδή είσαι από τη φύση σου σοφή και κατέχεις τρόπους και τρόπους για να κάνεις το κακό (στ. 285-286). Και ενώ ο Κρέων προσπαθεί να υποβάλει την εκδικητική διάθεση της Μήδειας στην πίεση του χρόνου (Και μη βραδύνεις, στ. 274) η Μήδεια πείθει τον Κρέοντα να παραμείνει στην πόλη αυτή τη μία μέρα (στ. 341). Ο Κρέων φεύγει και το Επεισόδιο τελειώνει με έναν μονόλογο της Μήδειας στον οποίο εκφράζει τη διάθεσή της να μην αφήσει κανένα να την περιγελά.           
 Το Δεύτερο Επεισόδιο (στ. 446-626) στο οποίο εμφανίζεται ο Ιάσων στη σκηνή (από την είσοδο που έφυγε ο Κρέων) είναι ένας «αγών λόγου» μεταξύ των τραγικών συζύγων. Ο Ιάσων επιτίθεται στη Μήδεια λέγοντάς της ότι η οργή της προκάλεσε την απέλαση τη δική της και των παιδιών τους, ενώ εκείνος ως σώφρων αποφάσισε να κάνει βασιλικό γάμο από τον οποίο θα ωφεληθούν και τα παιδιά τους.  Η ρητορική του Ιάσονα εξοργίζει τη Μήδεια, τον κατηγορεί ότι δεν σεβάστηκε τους όρκους που της έδωσε. Όταν ο Ιάσων αποχωρεί από τη σκηνή η Μήδεια καταλήγει:  θα γίνει ο γάμος σου γάμος δακρύων (στ. 626). Η εμφάνιση του βασιλιά της Αττικής, Αιγέα, ανατρέπει την πρόβλεψη (Καμιά πόλη, κανένας φίλος δεν θα σε λυπηθεί, στ. 656) του Χορού στο Δεύτερο Στάσιμο για το μέλλον της Μήδειας. Ο Αιγέας –το ότι είναι άσχετος με την υπόθεση του έργου είναι νεωτεριστικό εύρημα του Ευριπίδη–«πέφτει από τα ουράνια, σαν σιδηροδρομικό δυστύχημα»[6] όχι για να επιφέρει την κάθαρση με την καταστροφή της Μήδειας αλλά αντιθέτως τη σώζει· με μεγάλη ευκολία δεσμεύεται με όρκους στους θεούς να φιλοξενήσει τη Μήδεια στη χώρα του (στ. 723-24). Ο Αιγέας είναι το μέσο για να εκφράσει την άποψή του ο Ευριπίδης: τα πάθη είναι η χειρότερη μάστιγα της ανθρωπότητας.[7] Ο Αιγέας φεύγει, η Μήδεια παραμένει στη σκηνή, θριαμβολογεί, και τα λόγια της προοικονομούν τα μελλούμενα: θα συντρίψω φίλες, τους εχθρούς (στ. 765-766), Τα παιδιά μου θα σκοτώσω (στ. 792).

Στο Τέταρτο Επεισόδιο (στ. 866-1001) η επανεμφάνιση του Ιάσωνα, τον οποίο είχε καλέσει η Μήδεια, εξυπηρετεί την Μήδεια που είχε ήδη πει ότι με μειλίχια λόγια (στ. 776) θα τον παραπλανήσει. Ακολουθεί ένας «αγών λόγου» Ιάσωνα-Μήδειας σε συμφιλιωτικό τόνο αυτή τη φορά μπροστά στα  παιδιά τους, τα οποία θα γίνουν το μέσο για να υλοποιήσει τα σχέδιά της. Τα παιδιά φεύγουν για να παραδώσουν στην κόρη του Κρέοντα τα δώρα που είχε ποτίσει με φαρμάκι η Μήδεια· ενώ ο Ιάσων δέχεται να πείσει τη μέλλουσα σύζυγό του, τη Γλαύκη, ώστε να μην εξοριστούν τα παιδιά τους. Η τραγική ειρωνεία του Πέμπτου Επεισοδίου (στ. 1002-1080) έγκειται στο ότι ενώ η αγωνία για τα επερχόμενα δεινά έχει κορυφωθεί ξαναεμφανίζεται ο Παιδαγωγός για να παρηγορήσει τη μητέρα: Τα παιδιά σου θα φροντίσουν μια μέρα και για τη δική σου επάνοδο (στ. 1015). Και ενώ τα παιδιά και ο Παιδαγωγός έχουν φύγει το τραγούδι του Χορού (Αναπαιστικό Ιντερμέδιο, που αναφέρεται στα πλεονεκτήματα που απολαμβάνει ο άτεκνος) αποφορτίζει τη συγκινησιακή ατμόσφαιρα, λίγο πριν εμφανιστεί  ο Άγγελος στο Έκτο Επεισόδιο (στ. 1116-1250). Ο Άγγελος αφηγείται τον φρικτό θάνατο που βρήκαν ο Κρέων και η κόρη του από τα δηλητηριασμένα δώρα. Η επιμονή του στις φυσικές λεπτομέρειες «αναδεικνύει τη δεξιοτεχνία του Ευριπίδη στην επική αφήγηση».[8] Ο θάνατος δύο αθώων θυμάτων δεν φέρνει την  κάθαρση καθώς δεν οφείλεται στην άτη αλλά στη μανία της Μήδειας.[9] Ο Άγγελος αποχωρεί και η Μήδεια, αφού κρίνει ότι ανάγκη αδήριτη (στ. 1241) είναι η θανάτωσή των παιδιών από την ίδια, προφυλάσσοντάς τα έτσι από την οργή των Κορινθίων, επιστρέφει στο σπίτι.

Στην Έξοδο (στ. 1294-1419) του έργου ο Ιάσων εμφανίζεται για τρίτη φορά, ανήσυχος εκτιμώντας ότι  τα παιδιά του κινδυνεύουν από την οργή των Κορινθίων ενώ αυτά είναι ήδη νεκρά από την οργή της μητέρας τους (τραγική ειρωνεία). Η δημόσια επανεμφάνιση της Μήδειας αυτή τη φορά είναι εντυπωσιακή και τρομερή: βρίσκεται μαζί με τα νεκρά παιδιά της ψηλά μέσα ένα φτερωτό άρμα που, όπως λέει, της χάρισε ο παππούς της Ήλιος. Στη στιχομυθία που ακολουθεί ακούγονται βαρείς χαρακτηρισμοί. Ο Ιάσων, αφού πλέον δεν έχει ανάγκη τη βάρβαρη Μήδεια, λέει ξεκάθαρα: Καμιά Ελληνίδα δεν θ’ αποτολμούσε ποτέ τέτοια πράξη (στ. 1339). Η δε Μήδεια ομολογεί ότι ήθελε να τον εκδικηθεί (Τα παιδιά δεν υπάρχουν πια. Αυτό, δεν μπορεί, θα σε πονέσει, στ. 1371) και όχι μόνο: δεν επιτρέπει στον Ιάσονα να θάψει τα παιδιά τους.



 Η μακρά παραμονή της Μήδειας στη σκηνή



Ο Ευριπίδης ανατρέπει την κυριαρχούσα αντίληψη σύμφωνα με την οποία η γυναίκα είναι κατώτερη από τον άντρα. Η Μήδεια στη δημόσια[10] εμφάνισή της για μακρύ διάστημα (από τον στίχο 214  έως τον 1250) ορίζει τη ζωή της υιοθετώντας ανδρική συμπεριφορά· εμφανίζει κινητικότητα[11], υπερασπίζεται τον εαυτό της, αντιπαραβάλλει στα επιχειρήματα των ανδρών τα δικά της –ο Ευριπίδης προβάλλει ασυνήθιστο κοινωνικό αλλά και λογοτεχνικό μοντέλο για την τότε εποχή. Ο Χορός που αποτελείται από 15 γυναίκες παίζει τον ρόλο των Ιδεατών Θεατών[12] και με την ανοχή του επιβάλλει το μοντέλο-Μήδεια.[13]

Η συνεχής σκηνική παρουσία της Μήδειας δίνει την ευκαιρία στο θεατρικό κοινό να παρακολουθεί τον ειρμό της σκέψης της και τις ψυχικές διακυμάνσεις της. Ψυχολογεί τους συνομιλητές της και αλλάζει προσωπεία· έτσι βρίσκει υποστηρικτές (Χορός, Τροφός, Αιγέας), παραπλανεί κάποιους (Κρέων, Ιάσονα, Γλαύκη) προκειμένου να πετύχει τον σκοπό της –σε πρώτο επίπεδο είναι η εκδίκηση, σε δεύτερο η επιβίωση σε ένα ξένο και ανδροκρατούμενο περιβάλλον (Γιατί ο χωρισμός για τη γυναίκα είναι στίγμα, ούτε μπορεί στον άντρα της να λέει όχι, στ. 237-238). Στη Μήδεια αντιμάχονται δύο δυνάμεις: η αγάπη για τα παιδιά και η ανάγκη για εκδίκηση. Στέκει διχασμένη ανάμεσα στο να τα σκοτώσει ή όχι και  τέσσερις φορές  (στ. 1048, 1051, 1057, 1064) στον τελευταίο μονόλογό της αλλάζει την απόφασή της. Οι μεταστροφές της συγκινούν το κοινό που ναι μεν συμπονεί την έρημη και αδικημένη γυναίκα αλλά δεν μπορεί να δεχθεί την παιδοκτονία.[14]

Πριν αποχωρήσει η Μήδεια με το φτερωτό άρμα λέει ότι θα θάψει τα παιδιά στον ναό της Αραίας Ήρας, όπου θα θεσπίσει ιερή εορτή (στ. 1379-1383), έτσι ο Ευριπίδης συνδέει το δράμα του με τον παλαιό μύθο.[15]

Το τέλος του δράματος δεν γίνεται με κάποιον αναγκαίο ή φυσικό τρόπο. Για τον Ευριπίδη η Μήδεια είναι η προσωποποίηση του ά-λογου τμήματος της ανθρώπινης φύσης· έτσι εφευρίσκει έναν εξωπραγματικό τρόπο διαφυγής, που αρμόζει και σε μια απόγονο του Ήλιου.[16]


 Επίλογος



Η Μήδεια ως αδύναμη γυναίκα απαιτεί από τον ισχυρό Ιάσονα να τηρήσει τους όρους της μεταξύ τους σύμβασης. Στο τέλος του έργου οι θέσεις αντιστρέφονται: η Μήδεια ως μάγισσα είναι η δυνατή φύση που αυτοδικεί, διαφεύγει και έτσι αποφεύγει τα βουλεύματα της πολιτείας ενώ ο Ιάσων σε θέση θύματος πλέον υποτάσσεται στη μοίρα του. Οι συμπρωταγωνιστές είναι τα δραματικά μέσα που εξυπηρετούν την πλοκή του έργου. Η συνεχής παρουσία της Μήδειας, οι μονόλογοί της είναι θεατρικά τεχνάσματα και, όπως αναφέρει ο Ελβετός ιστορικός τέχνης J. Burckhardt (1818-1897), «... ο Ευριπίδης έχει κάποτε τον τρόπο να εκμεταλλεύεται ως τις ακρότατες λεπτομέρειες το αίσθημα ενός μεμονωμένου προσώπου σε μιαν ορισμένη σκηνή»[17].




Βιβλιογραφικές αναφορές



Ανδριανού Ε., Ξιφαρά Π,  «Η τραγωδία και το σατυρικό δράμα της κλασικής περιόδου» στο Αρχαίο Ελληνικό Θέατρο, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2001.

Γεωργουσόπουλος Κ. Αρχαίο Ελληνικό Θέατρο, Ανθολόγιο Αποσπασμάτων Δραματικού Λόγου και Ποιητικής Τέχνης, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2001.

Ευριπίδης, Μήδεια, μτφρ.  Στεφανόπουλος, Θ.Κ., εκδ. Κίχλη, Αθήνα 2012.

Kitto H.D.F., Η Αρχαία Ελληνική Τραγωδία, μτφ. Ζενάκος Α., εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 1976.

Lesky A., Η τραγική ποίηση των αρχαίων Ελλήνων, τ. Β´, µτφρ. Χουρµουζιάδης X.N., Αθήνα 1989.

Lesky Α, Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Τραγωδίας, μτφρ. Τσοπανάκη Α., εκδ. Κυριακίδη Α., Θεσσαλονίκη 2015.

Μαστραπάς Α., «Η πόλη-κράτος» στο Ελληνική Ιστορία, τόμ. Α, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2002.

Mastronarde D.J., Ευριπίδου Μήδεια, µετ. Δ. Γιωτοπούλου, Αθήνα 2006. 

Mastronarde D.J., The Art of Euripides. Dramatic Technique and Social Context, Cambridge 2010. 

Μπάλλα Χ., «Οι Σοφιστές και οι Ελάσσονες Σωκρατικοί» στο Ελληνική Φιλοσοφία και Επιστήμη: από την Αρχαιότητα έως τον 20ό αιώνα, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2000.

Ξιφαρά Π., «Εισαγωγή στο Αρχαίο Ελληνικό Θέατρο» στο Αρχαίο Ελληνικό Θέατρο, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2001.

Χριστόπουλος Χ., «Ευριπίδης» στο Γράμματα Ι-Αρχαία Ελληνική και Βυζαντινή Φιλολογία, τόμ. Α, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2001.





[1]. Χριστόπουλος Χ., 2001, σ. 268· Lesky, 2015,σ. 505.

[2]. Το 431 π.Χ. είναι το έτος της αρχής του  Πελοποννησιακού Πολέμου (431-401 π.Χ.) αλλά και η αρχή της παρακμής των ελληνικών πόλεων-κρατών. Βλ. Μαστραπάς Α, 2002, σ. 115.

[3]. Μπάλλα Χ, 2000, σ. 91· Βλ. Lesky, ό.π., σ. 483· Χριστόπουλος Χ., ό.π., σ. 299· Ανδριανού Ε., 2001, σ. 83.


[4]. Η χρήση της μεγάλης κεντρικής δίφυλλης πόρτας, που απεικόνιζε την είσοδο σε ναό, κατοικία, στρατιωτική σκηνή,  συνηθιζόταν στην αρχαία τραγωδία. Βλ. Mastronarde D.J., 2006, σ. 65.

[5].Βλ. Mastronarde, ό.π., σ. 65.

[6]. Βλ. Kitto, 1976, σ. 265.

[7]. Lesky, 1989, σ. 60.

[8]. Βλ. Lesky, 1989, σ. 65.

[9]. Kitto, 1976, σ. 257.

[10]. Τα γεγονότα της τραγωδίας εξελισσόταν σε εξωτερικό χώρο. Βλ. Mastronarde D.J, 2010, σ. 249.

[11].  Κατά τον Αριστοτέλη (384-322 π.Χ.) οι ήρωες ενός δράματος είναι άνθρωποι που αλληλεπιδρούν με άλλους και η ευτυχία τους ή η δυστυχία τους εξαρτάται από τη δράση και όχι από την ουδετερότητα ή την ακινησία τους. Βλ. Γεωργουσόπουλος Κ. 2001, σ. 16.

[12]. Kitto, 1976, σ. 258.

[13]. Οι γυναίκες δεν εμφανίζονταν δημόσια χωρίς να αιτιολογήσουν την παρουσία τους. Βλ. Mastronarde, σσ. 248-49, 252-54· Kitto, ό.π., σσ. 258-59.

[14]. Χριστόπουλος Χ., 2001, σ. 302.

[15]. Lesky, 1989, σ. 52.

[16]. Kitto, ό.π., σ. 267.


[17]. Βλ. Lesky, 2015, σ. 503.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου