Τετάρτη 4 Μαρτίου 2015

Τσαρούχης Γιάννης





ΓΙΑΝΝΗΣ
(31/12/1909-20/7/1989)













… Μίλησα για ψάξιμο και για πειράματα αλλά δεν μίλησα και για μια άλλη εργασία που έχω κάνει στη ζωή μου και που κάνω ακόμα, που είναι ίσως η πιο σημαντική. 
Η συνεχής ανάκριση που κάνω στον εαυτό μου όχι πάντα τέλεια, για να μάθω ποιος είμαι ελπίζοντας ότι θα φτάσω σε μια ευτυχία πιο σταθερή αν το βρω αυτό.
Περιστοιχιζόμενος από πολλούς ανθρώπους που έχουν βασίσει τη ζωή τους σε μια τέτοια στάση απέναντί της, που συνοψίζεται με τις λέξεις δήλωση, δίπλωμα, αξιοποίηση, διορισμός, η ζωή μου ήταν δύσκολη και όχι πολύ ευτυχισμένη.

Όλα αυτά που έκανα για τη μάθηση είναι απαραίτητα και δύσκολα 
μα το δικαίωμα να τολμάς να είσαι καλλιτέχνης
σ’ το δίνει ο σεβασμός και θαυμασμός σου χωρίς όρια της ζωής.

Το παιδικό μου όνειρο να γίνω ένας καλός ζωγράφος αναγκαστικά μετετράπη σ’ ένα ιδανικό διαφορετικό, που συνίστατο στο να μάθω που βρίσκομαι και που πατώ. Έπρεπε να γκρεμίσω τους επαρχιώτικους ενθουσιασμούς των επιπόλαιων που εθαύμαζαν τη Δύση και να γνωρίσω το αληθινό πρόσωπο της Δύσεως και την αληθινή ιστορία των σχέσεών μας με αυτήν. 
Από την άλλη μεριά, έπρεπε να φυλάγομαι καλά από τον επαρχιώτικο βαλκανικό φανατισμό, τον διψασμένο για συνθήματα εύκολα εύκολες παρηγοριές για τη σύγχυσή του και για το αίσθημα κατωτερότητας που τον καταπλάκωνε.


Προσπάθησα ν’ αφεθώ πάντα ελεύθερος στα ρεύματα, για να καταλαβαίνω ποια είναι η αληθινή μου αντοχή. Τα λάδια και τα σχέδια της Πινακοθήκης έγιναν μεταξύ 19340-35, στην Ελλάδα και μεταξύ 1935-36 στο Παρίσι. Το Παρίσι και τα μουσεία με οδήγησαν από τον σουρεαλισμό στο ρεαλισμό.
Στο βιβλίο του ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΕ ΑΝΑΤΟΛΗ ΚΑΙ ΔΥΣΗ,   εκδ. ΑΓΡΑ, Αθήνα 2000.


ΙΔΡΥΜΑ ΤΣΑΡΟΥΧΗ Γ:





Κυριακή 1 Μαρτίου 2015

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΑΡΘΕΝΗΣ, Ζωγράφος

Ο Παρθένης (1878-1967) σπούδασε ζωγραφική στη Βιέννη και ήταν ο πρωτοπόρος έλληνας καλλιτέχνης που κάλυψε τη μεγάλη γκάμα καλλιτεχνικών νεωτεριστικών τάσεων του 19ου και 20ού αιώνα (Ιμπρεσιονισμό, Συμβολισμό, Κυβισμό).
Μεγάλο γυμνό (1920-1925)

Η τάση (προερχόμενη και επιβεβλημένη από τους Βαυαρούς καθηγητές) της Σχολής των Καλών Τεχνών της Αθήνας (ιδρύθηκε το 1836)  ήταν ο Ακαδημαϊσμός (υπακοή στους κανόνες ζωγραφικής, παραδοσιακή ηθογραφία). Έτσι, ο ανατρεπτικός Παρθένης δεν έγινε δεκτός ως καθηγητής στη Σχολή το 1923 (κυβέρνηση Πλαστήρα-Γονατά) με τη δικαιολογία ότι ήταν οπαδός του Φουτουρισμού: «… ελευθεριάζουσιν υπό όλως νεωτεριστικήν αντίληψιν μη συνάδουσαν απολύτως προς τα ακαδημαϊκάς παραδόσεις». 


Η μεσολάβηση του Ελευθέριου Βενιζέλου -υποστηρικτής της νεωτερικής τέχνης και κατά του Ακαδημαϊσμού- και η προσωπική φιλία του Παρθένη με τον δημοκράτη Αλέξανδρο Παπαναστασίου, διευκόλυναν το διορισμό του ζωγράφου στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας το 1929. Ο Παρθένης -καθώς πλήθος μαθητών συνέρρεε στο εργαστήριό του (στην Καλλιθέα) και εκδήλωνε έντονο ενδιαφέρον για τον Delacroix, Cezanne, κ.ά,- δέχτηκε πόλεμο από τους συντηρητικούς καθηγητές, οι οποίοι ανησυχούσαν όχι μόνον για την ανατροπή του status quo της Σχολής αλλά και για το ενδεχόμενο να αλλάξουν οι καλλιτεχνικές προτιμήσεις τού αγοραστικού κοινού -των αστών- και να χάσουν οι καθηγητές το μονοπώλιο στην αγορά Τέχνης. Ο Παρθένης παραιτήθηκε από τη Σχολή το 1947.

Ευαγγελισμός (1910-11)





Πέμπτη 26 Φεβρουαρίου 2015

μουσειακά Μουσεία

Οι αρχαίοι έλληνες αρχιτέκτονες έδιναν μεγαλύτερη σημασία στην εξωτερική διακόσμηση των ναών ενώ στον υπαίθριο χώρο υπήρχε ο βωμός όπου γίνονταν οι λατρευτικές θυσίες. Εν αντιθέσει με τους χριστιανικούς ναούς που είχαν λιτή εξωτερική εμφάνιση προκειμένου να μην προκαλούν τις ρωμαϊκές αρχές.
Μουσείο Ακρόπολης
Η ελληνική αρχιτεκτονική που αναπτύχθηκε από τον 19ο αιώνα βασίστηκε στη γοτθική εξαιτίας πολιτικών σκοπιμοτήτων. Αναγκαία σύνδεση της τότε νεοσύστατης Ελλάδας με την Αρχαία για να επιτευχθεί η εύνοια των δυτικοευρωπαίων (που λάτρευαν την αρχαιοελληνική τέχνη και γραμματεία). Έτσι, διαμορφώθηκε η νεοκλασική αρχιτεκτονική και τα περισσότερα δημόσια κτήρια ανεγέρθηκαν σύμφωνα με αυτόν τον ρυθμό (μεγάλα οικοδομήματα, μικρά παράθυρα και το απαραίτητο αέτωμα στην κορυφή).

Στις μέρες μας τα πολιτιστικά ή πνευματικά κέντρα των πόλεων φιλοξενούνται σε κάποια