Κυριακή 24 Αυγούστου 2014

ΤΟ ΚΕΝΟ ΠΟΥ ΚΟΧΛΑΖΕΙ


Στην κλασική φυσική κενό λέγεται ο χώρος όπου δεν υπάρχει κανένα ίχνος ύλης. Αυτός ο ορισμός βασίζεται σε κάποιες παραδοχές που θεωρούνται αυτονόητες και προφανείς. Προϋποθέτει δηλαδή ότι υπάρχει ύλη ξεχωριστή από το κενό, ότι μπορούμε ξεκάθαρα να πούμε πως σ’ έναν δεδομένο χώρο δεν περιέχεται τίποτε, δεν υπάρχει καθόλου ύλη.

……..Η κλασική φυσική υπέθεσε την ύπαρξη του αιθέρα, μιας μυστηριώδους ουσίας που πληροί κάθε χώρο. Η ειδική θεωρία της σχετικότητας (1905) έδειξε πως η υπόθεση αυτή ήταν περιττή και πως το κενό μπορούσε να είναι πραγματικά κενό.

Αυτή η αντίληψη διάρκεσε μόνο για λίγες δεκαετίες όμως, διότι σύντομα η κβαντική φυσική, που περιγράφει τον μικρόκοσμο, μετέτρεψε το άδειο κενό σε μια πολύβουη κυψέλη δραστηριότητας.Γενικότερα, το κενό είναι μια πολύπλοκη οντότητα που εμπεριέχει εικονικά φωτόνια, εικονικά ηλεκτρόνια, εικονικά ποζιτρόνια, εικονικά κουάρκ, κ.ο.κ. Για κάθε είδος στοιχειώδους σωματιδίου υπάρχει ένα αντίστοιχο κβαντικό πεδίο, με διακυμάνσεις κενού. Και πρέπει κανείς να λάβει υπ’ όψιν τις μυριάδες δυνατότητες γένεσης εικονικών σωματιδίων από το κενό και εξαφάνισής τους.
Το κενό λοιπόν δεν είναι ένας θύλακας από τίποτα. Βρίθει από αδιάκοπη δραστηριότητα, κοχλάζει, ακόμα και σε θερμοκρασία απολύτου μηδενός…

……. Υπάρχει σε μεγάλο μέρος τής σύγχρονης λογοτεχνίας η αίσθηση τού κενού, ενός κενού που πηγάζει από μια βαθιά αποξένωση και αλλοτρίωση. Υπάρχει δηλαδή ένας τρόμος τού κενού, ένας υπαρξιακός φόβος μήπως γνωρίσουμε τη «λεπίδα του κενού» που αναφέρει κι ο Νίκος Καρούζος.
Το ψυχολογικό κενό που νιώθουμε λοιπόν λόγω υπαρξιακών ανησυχιών, προσωπικής ανασφάλειας, μοναξιάς, ή οποιασδήποτε άλλης αιτίας, μετουσιώνεται συχνά και σε φόβο τού κενού στον χώρο, σε αντιμετώπιση λοιπόν του κενού στον χώρο ως στερητικού. Το κενό στον χώρο και το κενό μέσα μας είναι τελικά συγκοινωνούντα δοχεία, και κάποτε μάλιστα γίνονται ένα και το αυτό.
Υπάρχουν όμως και πολλές περιπτώσεις όπου το κενό δεν είναι μια απουσία, αλλά μάλλον ένα άλλο είδος παρουσίας, ένα «είναι δίχως πρόσωπο», όπως λέει ο ποιητής Οκτάβιο Παζ. Βρισκόμαστε τότε αντιμέτωποι με τη «βαθιά ανταπόκριση τού θετικού κενού, για να χρησιμοποιήσουμε τους στίχους τού Γιάννη Ρίτσου. Η ύλη και ο χώρος δεν είναι δηλαδή ξεχωριστά, αλλ’ απεναντίας το κενό είναι θετικό λοιπόν. Ενώ στη στερητική του εκδοχή το κενό μοιάζει με τον χώρο ανάμεσα στ’ αστέρια, έναν χώρο που φαίνεται τελείως άδειος, το κενό στη θετική του εκδοχή μπορεί να θεωρηθεί ως μια υπαρκτή ουσία με διαφορετική πυκνότητα από το πλήρες. Το κενό και το πλήρες, στην εκδοχή αυτή, είναι μονάχα δύο ουσίες με διαφορετική πυκνότητα, που κινούνται η μια μέσα στην άλλη χωρίς να αναμειγνύονται, όπως το λάδι μέσα στο νερό.

Ο Γιάννης Ρίτσος μιλάει για σπίτι που «βουίζει απουσία», για τον βόμβο τού κενού, για «ατμό του κενού».
Ο Δημήτρης Καλοκύρης, θέλει «το σώμα του κενού στη μνήμη σου να σπαρταρά».
Ο Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα μιλάει για ερημιά τη θεωρεί κυματώδη, γράφοντας πως «η ερημιά μένει μονάχα. Μια κυματώδης ερημιά».
Ο ποιητής Νίκος Χουλιάρας, γράφει πως «δραστήριο κενό» τυλίγει τις φιγούρες μέσα στα δωμάτια.
Ο Νίκος Καρούζος γράφει πως «ένα μεγάλο κύμα καφτερά τζιτζίκια που σβήνει ξαφνικά ή ξεθυμαίνει σαν πυρκαγιά στ’ αφτιά μου, σαν κακούργημα, ένα μεγάλο κύμα καφτερά τζιτζίκια φοδράρει το κενό των όντων», αναφερόμενος στις εμβοές, τους ήχους που γεμίζουν το κενό.
Ο ποιητής Ρομπέρτο Χουαρόθ
Μια στρατιά λέξεων
πασχίζει να πορθήσει τη σιωπή,
αλλά, όπως πάντα, αποτυγχάνει.

Τα πράγματα πασχίζει τότε να στριμώξει,
που κατοικούν μες στη σιωπή,
ωστόσο ούτ’ αυτό το καταφέρνει.

Πασχίζει τέλος να κυκλώσει
τις λέξεις που συγκατοικούν με τη σιωπή,
συμβαίνει όμως τότε το απροσδόκητο:
η σιωπή γίνεται λέξεις
για να υπερασπιστεί καλύτερα τις λέξεις

που συγκατοικούν μ’ αυτήν.

«Ο απειλητικός καιρός» του Rene Magritte, 1928
Διάφορα αντικείμενα ξεπροβάλλουν αχνά μέσα από τον ουρανό. Στη σύγχρονη ζωγραφική το κενό γεννάει υπάρξεις, μια και είναι δυναμική οντότητα.

.......................................................................
Από το βιβλίο «Το κενό που κοχλάζει» του Σταύρου Θεοδωράκη.
Γεννήθηκε το 1960 στα Χανιά. Πήρε διδακτορικό στη Θεωρητική Φυσική από το Πανεπιστήμιο Στάνφορντ στην Καλιφόρνια, όπου διετέλεσε και επίκουρος καθηγητής. Είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου από το 1992.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου