To λουτρό (1880-1885) του Jean-Leon Gerome |
Η λέξη χαρέμι, που προέρχεται από την αραβική haram, σημαίνει
«παράνομος», «προστατευμένος» ή «απαγορευμένος». Η ιερή περιοχή γύρω από τη
Μέκκα και τη Μεδίνα είναι haram,
απαγορευμένη σε όλους εκτός από τον Πιστό. Η λέξη χαρέμι σημαίνει και τις ίδιες
τις γυναίκες και ενδεχομένως υπαινίσσεται και τη σύζυγο. Τέλος, το χαρέμι είναι
ο «Οίκος της Ευτυχίας», μια διόλου θρησκευτική εκδοχή των αποκλειστικών
δικαιωμάτων του αφέντη ως προς τη σεξουαλική νομή, ένα μέρος όπου οι γυναίκες
είναι απομονωμένες και έγκλειστες, απαραβίαστες για όλους με εξαίρεση τον έναν
και μοναδικό άντρα που εξουσιάζει τις ζωές τους. είναι ένα μέρος σ’ ένα πλούσιο
αρχοντόσπιτο που φρουρείται από ευνούχους σκλάβου, όπου ο αφέντης διατηρεί τις
συζύγους και τις παλλακίδες του.
Το Σαράι ήταν η έδρα της οθωμανικής αυτοκρατορικής εξουσίας
όπου έμεναν χιλιάδες άνθρωποι που εργάζονταν στις προσωπικές και διοικητικές
υπηρεσίες του σουλτάνου. Το πιο ιδιωτικό τμήμα, προσεκτικά χωρισμένο από το
υπόλοιπο παλάτι, ήταν το χαρέμι του σουλτάνου που μετακόμισε στο Σαράι για
πρώτη φορά το 1541, επί σουλτάνας Ροξαλένας, και μακροημέρευσε ως το 1909. Τα
θηλυκά μέλη της σουλτανικής οικογένειας ζούσαν, αγαπούσαν και πέθαιναν εδώ για
τέσσερις αιώνες, έγινε το υπέρτατο σύμβολο, η πεμπτουσία της έννοιας του χαρεμιού,
το κατ’ εξοχήν σύστημα της απομόνωσης των γυναικών.
Νεαρά κορίτσια εξαιρετικής ομορφιάς που αποσπούνταν με τη
βία από τα σκλαβοπάζαρα, στέλνονταν
στην αυλή του σουλτάνου, συχνά σαν δώρα από τους διάφορους κυβερνήτες των επαρχιών. Ανάμεσα στα ξεχωριστά, διαρκή προνόμια της βαλιντέ σουλτάνας ήταν το δικαίωμα να κάνει δώρο στο γιο της μια σκλάβα την παραμονή του Κουρμπάν Μπαϊράμ (ημέρα θυσιών) κάθε χρόνο.
στην αυλή του σουλτάνου, συχνά σαν δώρα από τους διάφορους κυβερνήτες των επαρχιών. Ανάμεσα στα ξεχωριστά, διαρκή προνόμια της βαλιντέ σουλτάνας ήταν το δικαίωμα να κάνει δώρο στο γιο της μια σκλάβα την παραμονή του Κουρμπάν Μπαϊράμ (ημέρα θυσιών) κάθε χρόνο.
Από τη στιγμή που μια κοπέλα έπαινε στο Σαράι, της άλλαζαν
το χριστιανικό της όνομα με περσικό, ταιριαστό με τα ιδιαίτερα προσόντα της.
Για παράδειγμα, αν ένα κορίτσι είχε όμορφα ροδαλά μάγουλα, της έδιναν το όνομα
Γκιουλμπαχάρ, Ρόδο της Άνοιξης. Η λέξη οδαλίσκη προέρχεται από το oda (δωμάτιο) και σημαίνει
κυριολεκτικά «γυναίκα του δωματίου», όρος που υποδηλώνει γενικότερα μια
υπηρετική θέση. Οι οδαλίσκες που διέθεταν εξαιρετική ομορφιά και ταλέντο
εκπαιδεύονταν για να γίνουν ερωμένες, μάθαιναν να χορεύουν, ν’ απαγγέλλουν
ποίηση, να παίζουν μουσικά όργανα και να τελειοποιούνται στην ερωτική τέχνη.
Συχνά, ένα κορίτσι συνόδευε μυστικά τον μαύρο αρχιευνούχο
στο δωμάτιο του σουλτάνου. Μόνον αφού κατόρθωνε να ανέβει σε υψηλή θέση –να
γίνει, για παράδειγμα ικμπάλ (ευνοούμενη)- δημοσιοποιείτο η σχέση της με
τον σουλτάνο και μόνο τότε αποκτούσε το δικό της διαμέρισμα, τη δική της βάρκα,
τη δική της άμαξα και τους προσωπικούς της δούλους.
Όταν μια ευνοούμενη γεννούσε ένα παιδί του σουλτάνου,
ανυψωνόταν στη θέση της συζύγου ή χασεκί σουλτάνας. Αν τύχαινε το παιδί να ήταν
αγόρι και να γινόταν κάποια μέρα σουλτάνος, η μητέρα του γινόταν αφέντρα του
χαρεμιού και η πιο ισχυρή γυναίκα της αυτοκρατορίας, η βαλιντέ σουλτάνα.
Ο ανταγωνισμός για την επίζηλη θέση της βαλιντέ ήταν άγριος,
τα διακυβεύματα μεγάλα. Οι μόνιμες αντιζηλίες και έχθρες απαιτούσαν τη διαρκή
εγρήγορση μυαλού και καρδιάς. Η βασιλική μητρότητα απέφερε τεράστια δύναμη και
πλούτο αλλά δεν ήταν διόλου ασφαλής. Η σύλληψη ήταν μονάχα η αρχή ενός
επικίνδυνου ταξιδιού που απαιτούσε μπόλικο κουράγιο κι εξαιρετική εξυπνάδα. Τα
βλέμματα των φθονερών αντιπάλων παρακολουθούσαν τα πάντα και η απειλή για τη
ζωή της μητέρας και των πιθανών διαδόχων του θρόνου ήταν καθημερινή πραγματικότητα.
Η καθημερινή ζωή στο Χαρέμι του Σουλτάνου
Χαρτομαντεία, μαγεία και καβαλισμός είχαν τις κρυφές αλλά
και τις φανερές οπαδούς τους που γύρευαν τρόπους να προβλέψουν το μέλλον, ν’
απαλύνουν το παρόν τους και να εξορκίσουν τους δαίμονες που κυοφορούταν εντός
τους.
Ξέρουμε επίσης για γυναίκες αντάρτισσες, για γυναίκες που
υπέκυψαν στα πάθη της καρδιάς τους και ριψοκινδύνευσαν σχεδιάζοντας μυστικές
ερωτικές συναντήσεις με τους αγαπημένους τους.
Στη διάρκεια των καυτών και υγρών καλοκαιρινών μηνών, οι
γυναίκες διασκέδαζαν σε μια μεγάλη μαρμάρινη πισίνα όπου υπήρχαν μικρές βάρκες
με κουπιά. Ραχάτευαν και πλατσούριζαν σε μια άλλη πισίνα ενώ τις φρουρούσαν
μαύροι ευνούχοι.
Το όπιο αποσταζόταν από τη λευκή παπαρούνα, την καλύτερη απ’
όλες, που φυόταν άφθονη στη Μικρά Ασία. Στην πιο απλή μορφή του, ήταν ένα μαύρο
υλικό σαν στόκος, που μερικές φορές το ανακάτευαν με χασίς και μπαχαρικά. Οι
νύχτες στο χαρέμι κυλούσαν γεμάτες keyf (υπέρτατη πλήρωση) που την προκαλούσαν τα χάπια οπίου και η
νωχελική γαλήνη των χορτασμένων αισθήσεων. Οι γυναίκες εντρυφούσαν σε
τελετουργίες παρακινημένες από το όπιο, περνούσαν τα βράδια τους καπνίζοντας
ναργιλέδες ή τρώγοντας το όπιο, το «ελιξίριο της νύχτας», και ονειρεύονταν
μακρινές χώρες πίσω από τα καφασωτά. Προτιμούσαν το όπιο να το τρώνε αντί να το
καπνίζουν, γιατί έτσι η επίδραση διαρκούσε περισσότερο και τα όνειρα
παρατείνονταν μέχρι το χάραμα. Κατόπιν ακολουθούσε η αμνησία· η συνεχής χρήση
προκαλούσε χρόνια αϋπνία. Οι γυναίκες άρχιζαν να ξεχνούν τα μακρινά τους
σπίτια, τη ζωή τους πριν το Σαράι.
Είμαστε αργόσχολες και
άχρηστες και γι αυτό πολύ δυστυχισμένες.
Ρωτάτε πως περνάμε τις
μέρες μας. Ονειρευόμαστε, βασικά. Τι άλλο να κάνουμε; Η θέα του Βόσπορου με τα
πλοία που πάνε κι έρχονται είναι για μας οι καλές νεράιδες που μια μέρα θα μας
πάρουν μακριά, σ’ έναν άγνωστο τόπο –κοιτάμε, ωστόσο, με λαχτάρα τον Βόσπορο
πίσω απ’ τα καφασωτά και δοξάζουμε τον Αλλάχ που μας επιτρέπει τουλάχιστον
ετούτη την απόλαυση στη ζωή.
Στο κεφάλι τους φορούσαν μόνο ένα μικρό υφασμάτινο σκουφί
σκεπασμένο με μάλαμα που κάλυπτε μονάχα την κορυφή της κεφαλής τους· στο λαιμό
τους δεν φορούσαν περιδέραια ούτε τίποτε άλλο, εξόν μια όμορφη σειρά
μαργαριτάρια κι ένα κόσμημα που κρέμονταν στα στήθια τους· στ’ αυτιά τους είχαν
κοσμήματα· τα πανωφόρια τους ήταν σαν στρατιωτικοί μανδύες με κουμπιά, μερικά
από κόκκινο σατέν, κάμποσα από γαλάζιο κι άλλα σε άλλα χρώματα, και τα έδεναν
με δαντέλες διαφορετικού χρώματος· φορούσαν κοντές παντελόνες από λεπτό
βαμβακερό ύφασμα, άσπρο σαν χιόνι κι λεπτό σαν μουσελίνα γιατί διέκρινα τους
μηρούς τους από κάτω. Οι παντελόνες τους έφταναν ως τη μέση της γάμπας τους·
μερικές φορούσαν γκέτες από καστόρι και άλλες είχαν τα πόδια τους γυμνά και
στον αστράγαλο ένα χρυσό κρίκο. Στα πόδια τους φορούσαν βελούδινες παντόφλες,
τέσσερις-πέντε ίντσες ψηλές. Όταν έβγαιναν έξω, φορούσαν πάντα το πέπλο.
Οι γυναίκες του χαρεμιού ήταν ξακουστές για τη λαμπερή τους
επιδερμίδα και το μεταξένιο δέρμα τους. Το πλύσιμο και ο εξαγνισμός με το νερό ήταν
θρησκευτική υποχρέωση.
Οι γυναίκες έριχναν αρωματισμένο νερό η μία στην άλλη κι
έβαφαν με χένα τα μαλλιά τους (τους άρεσαν τα μαύρα μαλλιά), τα χέρια τους και
τα πόδια τους.
Μπαχαρικά σαν τα μοσχοκάρφια και το τζίντζερ δεν
χρησιμοποιούνταν μονάχα στη μαγειρική και σε ποτ-πουρί, αλλά και σαν καλλυντικά
επειδή οι γυναίκες πίστευαν ότι ορισμένα μείγματα όταν τα έτριβαν στο δέρμα
τους αύξαναν τη γοητεία τους. Οι τρίχες στα απόκρυφα μέρη του σώματος
θεωρούνταν αμαρτία και οι γυναίκες του χαρεμιού, τις αφαιρούσαν και απ’ όλες
τις σωματικές κοιλότητες ακόμη και τα ρουθούνια και τα αυτιά.
Για τις γυναίκες που ζούσαν σε χαρέμια, το λουτρό ήταν μια
ευκαιρία να βγουν έξω στον κόσμο. Κάποτε το Σαράι διέθετε τριάντα και πλέον
λουτρά, όμως σήμερα ελάχιστα διατηρούνται σε καλή κατάσταση.
Τα λουτρά δεν ήταν μόνο μια ευκαιρία αισθησιακού ξεδόματος
των γυναικών. Παράλληλα πρόσφεραν ερωτική ψυχαγωγία στους αφέντες του χαρεμιού.
Ο ερωτισμός στα λουτρά δεν ήταν αποκλειστικό προνόμιο του
αφέντη. Για τις γυναίκες που είχαν ανατραφεί για να προσφέρουν ηδονή αλλά
σπάνια πλάγιαζαν στο κρεβάτι του σουλτάνου, ήταν μια ευκαιρία να χορτάσουν το
βλέμμα τους με όμορφα γυμνά κορμιά και να ικανοποιηθούν ερωτικά. Καθώς
πλένονταν, έκαναν μασάζ η μία στην άλλη κι εξέταζαν σχολαστικά την τριχοφυΐα
τους, οι γυναίκες εκτός από φίλες γίνονταν συχνά και ερωμένες.
Ο Εντμόντο ντε Αμίτσις κάνει μια παρατήρηση: «Οι γυναίκες
δημιουργούν φλογερές ερωτικές σχέσεις μεταξύ τους. Μια Ευρωπαία ταξιδιώτισσα
ισχυρίζεται πως επιδίδονται σε όλες τις ακολασίες της αρχαίας Βαβυλώνας».
.....................................................
Βιβλίο: «Χαρέμι. Ο κόσμος πίσω από το πέπλο» της Αλέβ Λυτλ Κρουτιέ, έκδ.
2002.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου