φοιτητική εργασία της Ναυσικάς Αλειφέρη
για την ΕΠΟ 40 του ΕΑΠ
Peter Paul Rubens, 1577-1640 |
Το κύρος της Ρωμαιοκαθολικής
Eκκλησίας
είχε πληγεί από τη διαμαρτυρία για τον τρόπο λειτουργίας της από τον κληρικό-θεολόγο
Μαρτίνο Λούθηρο (1483-1546). Η αντεπίθεση της Εκκλησίας, που ήδη
είχε ξεκινήσει με αλλαγές στους κόλπους της μετά την άλωση της Ρώμης (το 1527)
από τον ισπανό λουθηρανό Κάρολο Ε΄, επικυρώθηκε στη Σύνοδο του Τρέντο (1545-1563).
Έδωσε σαφείς οδηγίες στο πλαίσιο της Αντιμεταρρύθμισης στους καλλιτέχνες ώστε η
απεικόνιση θρησκευτικών θεμάτων πιο συγκινησιακή. Κατά τον Ισπανό Ιγνάτιο Λογιόλα
(1491-1556), ιδρυτή
του Τάγματος των Ιησουιτών, ο ερεθισμός των αισθήσεων θα συνέβαλε στην
πνευματική φώτιση των πιστών. Το
καλλιτεχνικό ρεύμα Μπαρόκ (1600-1750) γεννήθηκε στη Ρώμη· στόχος του ήταν να
εξάρει τον θρίαμβο του Καθολικισμού στην περίοδο που ο αιματηρός Τριακονταετής
Πόλεμος (1618-1648) των Καθολικών με τους Προτεστάντες συγκλόνιζε την Ευρώπη.[1]
Το Μπαρόκ εξαπλώθηκε στη Νότια Ευρώπη και έφτασε έως την Κεντρική και Νότια
Αμερική που είχαν κατακτηθεί από την καθολική Ισπανική αυτοκρατορία. Σημαντικός
αρχιτέκτονας της εποχής ο Μπερνίνι (Bernini Lorenzo, 1598-1680) απέδωσε εικαστικά τη μεγάλη
αγκαλιά της Εκκλησίας: δύο τεράστιοι βραχίονες κιονοστοιχιών περιβάλλουν την
οβάλ πλατεία που βρίσκεται μπροστά από την εκκλησία του Αγίου Πέτρου στο
Βατικανό. Η προπαγάνδα συνοψίζεται στα λόγια του Μπερνίνι: [οι βραχίονες] «αγκαλιάζουν τους καθολικούς για να
ενδυναμώσουν την πίστη τους, τους αιρετικούς για να τους συμφιλιώσουν με την
εκκλησία, και τους απίστους για να τους διδάξουν την πραγματική πίστη».[2]
Αρχιτεκτονική
Ο όρος Μπαρόκ, προέρχεται από την πορτογαλική λέξη barroco= παραμορφωμένο μαργαριτάρι. Οι
κριτικοί τέχνης τον 17ο αιώνα έκριναν τα αρχιτεκτονήματα, που απομακρύνονταν
από τους κανόνες της Κλασικής Αρχαιότητας, ως παράδοξα. Το 1764 ο Winckelmann στο βιβλίο του Ιστορία της Τέχνης της Αρχαιότητας αναφέρει
ότι το Μπαρόκ