1991, 19 Απριλίου, ομιλία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών: «Δικτατορία, 1967-1974: η ιστορία που χάνεται» (ημερίδα του Συνδέσμου Φυλακισθέντων και Εξορισθέντων Αντιστασιακών).
Δημοσιεύθηκε το 1991 στα «Σύγχρονα Θέματα» και το 1996 στις «Νέες Εποχές, Το Βήμα».
(Η διάσωση των τεκμηρίων που σώζονται από τα χρόνια της δικτατορίας) επείγει· διότι και αυτά τα ολίγα τεκμήρια που υπάρχουν χάνονται, ιδίως σε μια κοινωνία που, όπως η δική μας, κλείνει ιδρύματα ιστορικής έρευνας, πολτοποιεί τα αρχεία, καίει τους "φακέλλους"· πάσχει, δηλαδή, από ηθελημένη αμνησία -πώς το λένε αυτό οι ψυχολόγοι; απώθηση;
(... Οι) πληροφορίες που θα συγκεντρωθούν πρέπει να αφορούν όσο γίνεται περισσότερα πρόσωπα· και όσο το δυνατόν μεγαλύτερα δείγματα του πληθυσμού από τη γενιά της δικτατορίας, όσο ακόμη υπάρχει αυτή η γενιά. Διότι οι πηγές που χάνονται με τη μεγαλύτερη ταχύτητα και, φεύ, με απόλυτη βεβαιότητα, είναι οι ίδιοι οι άνθρωποι. Ιδού ένας ακόμη λόγος γιά τον οποίο επείγει η διάσωση της μνήμης της δικτατορίας, λόγος ειρωνικά μακάβριος, αλλά πολύ πρακτικός και πραγματικός. Με άλλα λόγια, άς μην επαναλάβουμε το λάθος που κάναμε με την μικρασιατική καταστροφή, αφήνοντας αζήτητες τις μαρτυρίες των ανθρώπων που την έζησαν -για να μη μιλήσω για τον εμφύλιο.
Επείγει, επίσης, για να αντισταθούμε με έναν ακόμη τρόπο στην αμνησία, το σημαντικότερο ίσως αίτιο της κοινωνικής κρίσης που μαστίζει τον τόπο. Διότι η ιστορική αμνησία και ακρισία είναι που καταστρέφουν την αυτογνωσία μας, τις κοινωνικές αξίες, την ελληνική γλώσσα, τη συνείδηση του