ΛΕΟΝΑΡΔΟ
Να καίγεσαι και να μη
μιλάς είναι η χειρότερη κόλαση. Τι κέρδισα εγώ με την περηφάνια μου, που σ’
άφησα να ξαγρυπνάς νύχτες και νύχτες χωρίς να σε βλέπω; Τίποτα! Κέρδισα μόνο τη
φωτιά που φούντωνε πιο δυνατή μέσα μου. Μην πιστεύεις πως ο καιρός γιατρεύει,
μην πιστεύεις πως οι τοίχοι σε κρύβουν και σε προστατεύουν: αυτά είναι ψέματα,
ψέματα. Άμα ο καημός φτάσει στο κόκαλο, τίποτα δεν τον ξεριζώνει.
ΝΥΦΗ
Σταμάτα. Δεν αντέχω να
σ’ ακούω. Δεν αντέχω ν’ ακούω τη φωνή σου. Είναι σαν να μου δίνεις ένα μπουκάλι
δυνατό γλυκό κρασί και μου στρώνεις να κοιμηθώ πάνω σε τριαντάφυλλα. Η φωνή σου
με τραβάει κάτω, ξέρω πως πνίγομαι, αλλά δεν κάνω τίποτα για να ξεφύγω.
ΥΠΗΡΕΤΡΙΑ
(Αρπάζει τον Λεονάρδο
από το πέτο). Φύγε. Χάσου από ’δω και μην ξαναπατήσεις.
..........................................................................
Είμαι κύκνος καμπυλωτός
σε ποταμό,
μάτι σε θεόρατο
καμπαναριό
και ψεύτικο χάραμα στις
φυλλωσιές.
Εμένα δεν μου ξεφεύγει
κανένας.
Ίσκιους δεν θέλω
πουθενά. Οι αχτίδες μου
στους κατασκότεινους
κορμούς να ξεχυθεί
ο ψίθυρος του
φεγγοβολητού μου
για να βαφτούν απόψε
τα μάγουλά μου
μ’ αίμα γλυκό και τ’ άγρια
βούρλα
να τσακίσουν κάτω από
τα πλατιά πέλματα
του ανέμου. Ποιος κρύβεται;
Βγείτε έξω.
Εμένα δεν μου ξεφεύγει
κανένας
Τ’ άλογο θα το λούσω
με φως,
με διαμαντένιο πυρετό.
.......................................................................................
ΛΕΟΝΑΡΔΟ
Τ’ αγριοπούλια της
αυγής ξυπνήσανε
και τιτιβίζουνε στα
δέντρα.
Η νύχτα ξεψυχάει στην
κόψη του λιθαριού.
Πάμε να βρούμε μια
σκοτεινή γωνιά,
όπου θα σ’ αγαπώ για
πάντα
και πια δεν θα με
νοιάζουν οι άνθρωποι
και το φαρμάκι που
χύνουν.
ΝΥΦΗ
Κι εγώ θα κουρνιάσω
στα πόδια σου
για να φυλάω τα όνειρά
σου.
Γυμνή τον κάμπο θα
κοιτάζω
σαν σκύλα. Γιατί σκύλα
είμαι
αφού, όποτε σε κοιτάω,
η ομορφιά σου με καίει
ΛΕΟΝΑΡΔΟ
Όπως η μια φωτιά την
άλληνε φουντώνει
έτσι κι η ίδια φλόγα
κατακαίει
δυο στάχυα αγκαλιασμένα.
Πάμε
ΝΥΦΗ
Πού με τραβάς;
ΛΕΟΝΑΡΔΟ
Εκεί όπου δεν μπορούν
να μας φτάσουν
όσοι μας κυνηγάνε
τώρα.
Εκεί όπου θα μπορώ να
σε κοιτάζω
ΝΥΦΗ
Στα πανηγύρια και στις
αγορές να με γυρνάς
να με γιουχάρει κάθε τίμια
γυναίκα
κι ο κόσμος να με βλέπει
να περνάω
με φλάμπουρό μου το
νυφιάτικο στεφάνι.
ΛΕΟΝΑΡΔΟ
Αν είχα νου για να
σκεφτώ σωστά,
θα ’πρεπε να σ’ αφήσω
και να φύγω.
Αλλά τώρα σ’ ακολουθώ όπου
πας.
Όπως κι εσύ εμένα. Κάνε
ένα βήμα
Δοκίμασε. Καρφιά του
φεγγαριού
ενώσαν τις λαγόνες μου
με τους γοφούς σου.
.........................................................................................
Ο Federico García Lorca, (5/6/1098-18/8/1936), έγραψε τον «Ματωμένο γάμο»
το 1933
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου