Παρασκευή 16 Φεβρουαρίου 2018

Η γυναίκα στην Αθήνα του 5ου αιώνα π.Χ.

Ναυσικάς Αλειφέρη για
"Δημόσιος & Ιδιωτικός βίος στην αρχαία Ελλάδα", ΕΑΠ,  ΕΛΠ 20



Εισαγωγή
Στην αρχαία Ελλάδα ο όρος «οίκος» είχε ευρεία έννοια καθώς περιλάμβανε: τα εξαρτημένα μέλη (ζευγάρι, παιδιά, δούλοι/ες), τις οικονομικές δραστηριότητες, την ιστορία του οίκου, τις θρησκευτικές τελετές. Σε πατριαρχική κοινωνία αναμενόμενο είναι ο άντρας να έχει την κυρίαρχη θέση. Η γυναίκα μπορούσε να είναι αστή αλλά δεν θεωρείτο πολίτης και κατά συνέπεια δεν είχε νομική υπόσταση· ήταν στην ίδια κοινωνική θέση με τα παιδιά, τους δούλους, τους μέτοικους. Η άσκηση πολιτικών δικαιωμάτων ήταν αποκλειστικό προνόμιο των αντρών. Οι εμφανίσεις της γυναίκας στη δημόσια ζωή ήταν περιορισμένες και σχετίζονταν πάντα με κάποιο τελετουργικό (γαμήλιο, νεκρώσιμο, λατρευτικό θεού).
Στην αρχαία ελληνική θρησκεία δεν υπήρχαν, θεόπνευστα βιβλία, ιερείς/απόστολοι, ούτε ένας θεός και ούτε βέβαια αναμενόμενος σωτήρας. Η θρησκεία επικεντρωνόταν στον εξαγνισμό του ανθρώπινου σώματος και της ψυχής, στον οποίο συνέβαλαν οι μέθοδοι των τελετών (νηστεία, λουτρά, προσευχή, κ.ά). Οι πολλές θρησκευτικές τελετές συνόδευαν όλες τις εκδηλώσεις του δημόσιου και ιδιωτικού βίου. Οι δημόσιες τελετές περιλάμβαναν σπονδές, θυσίες, δείπνα, χορούς, μεταφορά του αγάλματος του θεού, λαμπαδηδρομία, κ.ά., ενισχύοντας έτσι τους δεσμούς των πολιτών της
κοινότητας ή/και των κατοίκων του ελλαδικού χώρου. Επιπλέον η επανάληψη των τελετών και των εθίμων εξασφάλιζαν ή/και δήλωναν την επιζητούμενη κοινωνική σταθερότητα.
Σκοπός της εργασίας μας είναι να προσδιορίσουμε τον ρόλο της γυναίκας της αριστοκρατικής τάξης στις θρησκευτικές δραστηριότητες και πιο συγκεκριμένα αυτές που τελούνταν στην Αθήνα του 5ου αιώνα. Έτσι, λοιπόν, θα αναφέρουμε ορισμένες
αθηναϊκές θρησκευτικές τελετές στις οποίες συμμετείχε η γυναίκα και τις αρμοδιότητές της.
 
Θρησκευτικές τελετές του οίκου
Στον αντρικό βίο, από την εφηβεία στην ενηλικίωση υπήρχαν τελετές που σηματοδοτούσαν τις μεταβατικές περιόδου (π.χ. από την εφηβεία στην ενηλικίωση). Αντιθέτως, στη διάρκεια της ζωής της γυναίκας σημαντικό ορόσημο ήταν ο γάμος. Η γυναίκα ήταν εξαρτημένη από έναν κηδεμόνα (συγγενικό πρόσωπο ως ανύπαντρη ή χήρα, σύζυγος ως παντρεμένη). Έτσι με την «έκδοση» (μεταφορά της νύφης στον οίκο του γαμπρού) δηλωνόταν η αλλαγή του προστάτη της. Σημαντικός σταθμός εξίσου και για τον άντρα ο γάμος αφού ο οίκος διασφάλιζε τη συνέχισή του μέσω της τεκνοποιίας, ή/και αύξανε την έγγεια περιουσία με την προικοδότηση της νύφης. Ο γάμος λοιπόν, ρυθμιζόταν από πολιτειακούς νόμους αλλά και πλαισιωνόταν από θρησκευτικές τελετές.1 Η Ήρα ήταν προστάτρια του γάμου και η Εστία προστάτρια του οίκου –ο βωμός της ήταν εντός της κατοικίας. Στις γαμήλιες τελετές περιλαμβάνονταν χωριστές θυσίες, και λουτρά προκειμένου να εξαγνιστούν η νύφη και ο γαμπρός, γαμήλιο γεύμα, ευχετήριες εκδηλώσεις, τραγούδια. Στα δε Απατούρια ο γαμπρός σύστηνε τη νύφη στη φρατρία του.2
Ο τοκετός με προστάτρια θεά την Ειλείθυια, συνοδευόταν από πλήθος ιεροτελεστιών: Ξόρκια, αφιέρωση των ματωμένων ρούχων της εγκύου σε ναό, αναίμακτες προσφορές, θυσία ζώου, εξαγνιστικό πλύσιμο -ώστε να καθαριστούν από το αίμα– τα χέρια της μαίας, δείπνο μετά τη γέννηση, ονοματοδοσία (αμφιδρόμια) του νεογέννητου, κ.ά.3 Στις αριστοκρατικές οικογένειες άτομα φτωχά ή δούλοι αναλάμβαναν την ανατροφή των παιδιών (η τροφός αρχικά, ο παιδαγωγός στη συνέχεια).4
Οι ευγενείς ισχυρίζονταν ότι κατάγονταν από κάποιο γένος ηρώων ή ημίθεων. Οι προγονικοί τάφοι, λοιπόν, ήταν η αδιάψευστη μαρτυρία για την παρουσία του οίκου επί σειρά ετών σε μια περιοχή, και ήταν αυτή που πρόσφερε επιχειρήματα για διεκδίκηση προνομίων.5 Έτσι καθήκον μείζονος σημασίας της συζύγου ήταν η συντήρηση των ταφών αλλά και η επιμέλεια των μνημόσυνων «οικογενειακών» τελετών (τριήμερα, εννιάμερα, κ.ά.). Η κηδεία ήταν μια κοινωνική εκδήλωση στην οποία επιτρεπόταν να συμμετέχουν οι γυναίκες.6
 
Θρησκευτικές τελετές του Δήμου της Αθήνας
Οι ευγενείς απόγονοι εκτός από την πολιτική εξουσία είχαν αναλάβει και τη διεύθυνση των τοπικών θρησκευτικών τελετών. Έτσι, οι ιερείς και οι ιέρειες ασκούσαν το λειτούργημα «κληρονομικώ δικαίω».7 Η ιέρεια ήταν υπεύθυνη για την τη διεύθυνση του οίκου, σε αυτήν την περίπτωση, της θεότητας. Οι δε αστές των κατώτερων κοινωνικά τάξεων ανήκαν στο ιερατικό βοηθητικό προσωπικό.
Από τον 6ο αιώνα π.Χ. οι τύραννοι προκειμένου να κερδίσουν την εύνοια των αγροτών είχαν υποστηρίξει πολλές θρησκευτικές γιορτές (παγανιστικού χαρακτήρα) για τις οποίες οι ευγενείς αστοί δεν έδειχναν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Αντιθέτως γιόρταζαν με τη δέουσα σχολαστικότητα και λαμπρότητα τα Παναθήναια, γιορτή αφιερωμένη στη θεά Αθηνά. Ο εορτασμός γινόταν κάθε τέσσερα χρόνια, τον μήνα Ιούλιο και διαρκούσε τέσσερις ημέρες. Εν πομπή μεταφερόταν ο «παμποίκιλος πέπλος» (δώρο των πολιτών για τα γενέθλια της Αθηνάς) τον οποίο παραλάμβανε ο ιερέας του Παρθενώνα. Η πρώτη ιέρεια του ναού της Αθηνάς ήταν σημαντικό πρόσωπο και καταγόταν από το γένος των Ετεοβουτάδων.8 Στην κορυφή της πομπής βρίσκονταν οι πολιτικοί άρχοντες, οι ιερείς ενώ ακολουθούσαν οι γυναίκες ως κανηφόροι. Η μεταφορά των άχραντων αντικειμένων ήταν καθήκον και δικαίωμα καθαρών γυναικών∙ νεαρές παρθένες της αριστοκρατικής τάξης μετέφεραν σε κάνιστρα ιερά σκεύη. Η μεγάλη τιμή αυτού του καθήκοντος φανερώνεται και από το ότι οι «κανηφόρες» είχαν δικαίωμα να πάρουν μερίδιο κρέατος (όπως οι άρχοντες, οι στρατηγοί, κ.ά.) από τα θυσιασθέντα σφάγια.9 Από την αριστοκρατική τάξη, επίσης, επιλέγονταν τα τέσσερα κορίτσια ηλικίας επτά ετών, οι αρρηφόροι αλλά και οι εκατό εργαστίναι που ύφαιναν τον θεϊκό πέπλο.10
Αν και υπάρχουν λίγες πληροφορίες σχετικά με τα Ελευσίνια Μυστήρια, είναι βέβαιο ότι σχετίζονταν με τη γονιμότητα και την καρποφορία των εδαφών. Η πανάρχαιη αυτή εορτή τελείτο τον Οκτώβριο και τον Μάιο προς τιμή της θεάς Δήμητρας και της Περσεφόνης. Στο τελετουργικό μύησις είχαν δικαίωμα όσοι μιλούσαν την ελληνική γλώσσα και δεν είχαν διαπράξει φόνο άρα είχαν «καθαρά χέρια». Η πομπή της μεταφοράς αντικειμένων ξεκινούσε από την Ελευσίνα και κατέληγε στην Αθήνα. Τον 5ο αιώνα η αθηναϊκή ηγεσία είχε υπό την αιγίδα της τον ναό της Ελευσίνας και επέλεγε το ιερατικό προσωπικό. Οι ιέρειες (όπως και οι ιερείς) είχαν ισόβια θητεία και μεταξύ των προνομίων ήταν ο μισθός και η προεδρεία (θέση στην πρώτη σειρά του θεάτρου).11 Δεσπόζουσα θέση στις τελετές είχαν οι ιεροφαντίδες, (κατάγονταν από την ευγενική γενιά των Ευμολπιδών), μία εκ των οποίων υποδυόταν τον ρόλο της θεάς Δήμητρας. Και σε αυτήν την εορτή η ανάληψη του ιερού καθήκοντος ήταν τιμητική καθώς η χρονολογία των Ελευσίνιων Μυστηρίων έπαιρνε το όνομα της πρωθιέρειας της Δήμητρας. Υπήρχαν και ιέρειες, οι ονομαζόμενες παναγείς, που ζούσαν μοναχικό βίο, δεν έρχονταν σε επαφή με άντρα,.12
Με τις πολιτικοκοινωνικές εξελίξεις, τον 5ο αιώνα, οι ευγενείς είχαν χάσει προνόμια καθώς η εξουσία διανεμήθηκε σε μεγάλο μέρος των δημοτών. Οι δημοκράτες άρχοντες διεύρυναν ή ενσωμάτωσαν στο αθηναϊκό εορτολόγιο λατρευτικές εκδηλώσεις είτε ξενόφερτες όπως τα Αδώνια Μυστήρια είτε ενίσχυσαν μέσω της χρηματοδότησης τις υπάρχουσες όπως τα Διονύσια Μυστήρια.13
Τα πανάρχαια Μυστήρια (τα Μεγάλα Διονύσια τελούνταν τέλη Μαρτίου-αρχές Απριλίου και τα Μικρά τέλη Δεκεμβρίου-αρχές Ιανουαρίου) με σύμβολο τον φαλλό, προς τιμή του θεού της γονιμότητας Διόνυσου είχαν μεγάλη απήχηση στον αγροτικό κόσμο, που ήταν πιο κοντά σε αυτό που θα λέγαμε αρχέγονη φύση, αποστασιοποιημένος από τον πολιτισμό. Στις εορτές που συμμετείχαν όλοι ανεξαιρέτως με μόνη προϋπόθεση να είναι μέλος κάποιας ομάδας, χανόταν η ταξική ιεραρχία, η κοινωνική ευπρέπεια, η αστική τυπολατρία, το θρησκευτικό πρωτόκολλο. Ο άνθρωπος έχανε την ατομικότητά του και παρασυρόμενος από τη ψυχολογία της μάζας επιδιδόταν σε όργια κυριαρχούσαν οι βωμολοχίες, τα πειράγματα, τα ομοιώματα γεννητικών οργάνων, μεταμφιέσεις, κ.λπ. Με αυτόν τον τρόπο εκτονωνόταν –ως έναν βαθμό– η κοινωνική σωρευμένη καταπίεση. Σαφώς η εκδήλωση της μανίας υπό θρησκευτικό μανδύα ήταν προτιμότερο να εκφραστεί σε ελεγχόμενες ομαδικές θρησκευτικές τελετές παρά σε κοινωνικές ανατρεπτικές εξεγέρσεις. Μάλιστα η αθηναϊκή ηγεσία θέσπισε τα θωρικά για τους αγώνες και τις θεατρικές παραστάσεις προσθέτοντας ένα ακόμα κίνητρο στην προσέλευση των δημοτών.14
Με τον Διόνυσο ήταν συνδεμένα τα Λήναια, και τα Ανθεστήρια. Τη σπουδαιότητα των εκδηλώσεων και τη σημαντική παρουσία των γυναικών μαρτυρά το θεατρικό σκηνικό που φτιαχνόταν προκειμένου η εκάστοτε βασίλιννα (σύζυγος του άρχοντα-βασιλιά) να νυμφευθεί τον θεό Διόνυσο.15 Τα Αλώα ήταν αφιερωμένα στη Δήμητρα και τον Διόνυσο με οργιαστικό χαρακτήρα. Οι ιέρειες προέτρεπαν –στο πλαίσιο πάντα της αστειότητας– τις γυναίκες να απατήσουν τον σύζυγό τους. Οι ελευσίνιοι άρχοντες είχαν καθήκον να σερβίρουν το φαγητό στις γυναίκες και ύστερα να αποχωρήσουν.16
Στα τριήμερα Αδώνια (τελετή προερχόμενη πιθανόν από τη Μικρά Ασία) συμμετείχαν άντρες και γυναίκες. Οι γυναίκες (κατώτερων κοινωνικά τάξεων αλλά και εταίρες) πρωτοστατούσαν. Θρηνούσαν με γοερές κραυγές τον θάνατο του Άδωνη ακολουθώντας την περιφορά του ομοιώματος του θεού. Τη δε τρίτη μέρα έψαλλαν χαρμόσυνους ύμνους για την ανάστασή του.17
Υπήρχαν και θρησκευτικές τελετές όπως τα τριήμερα Θεσμοφόρια που αποκλείονταν οι άντρες –θα λέγαμε καθαρά «γυναικεία υπόθεση». Συμμετείχαν μόνον οι παντρεμένες με Αθηναίους πολίτες (ίσως και οι εταίρες), όχι όμως ατομικά αλλά ως μέλη κάποιας ομάδας/θιάσου. Τα Θεσμοφόρια εορτάζονταν το φθινόπωρο προς τιμήν της θεάς Δήμητρας και σχετίζονταν με τη γονιμότητα. Οι σχετικές πληροφορίες αναφέρουν ότι οι γυναίκες έμεναν αγνές, ότι χρησιμοποιούσαν ομοιώματα αντρικών οργάνων αλλά και φιδιών και τα δρώμενα σχετίζονταν με την ευγονία (καλλιγένεια).18
Να αναφέρουμε και τις γυναικείες τελετές που λάμβαναν χώρα κάθε δύο χρόνια στον Παρνασσό, αφού προσέρχονταν γυναίκες από την Αττική (και τη Φωκίδα) προκειμένου να συμμετέχουν σε «διονυσιακά όργια». Το ζητούμενο της εκδήλωσης ήταν η έκστασις την οποία οι μαινάδες επιτύγχαναν με νυχτερινούς χορούς υπό το φως των πυρσών και με τη συνοδεία αυλών και τυμπάνων. Η κορύφωση ήταν ο «ένθεος ενθουσιασμός» μια μυστηριακή ένωση που εξασφάλιζε τη σωτηρία της ψυχής τους.19
 
Συμπεράσματα
Η θρησκευτική πίστη είναι ανεξερεύνητο εν πολλοίς πεδίο, στο οποίο δεν έχει θέση ο ορθολογισμός. Κατά την αρχαιότητα, όμως, που οι άντρες είχαν στενότερη επαφή με τα στοιχεία/δαιμόνια της Φύσης (με την ευρεία της έννοια), φαίνεται πως θεωρούσαν ότι η θηλυκή ενέργεια -ακολουθώντας διαφορετικά, βέβαια, μονοπάτια- σχετιζόταν με τη θεϊκή υπόσταση. Και ενώ δέχονταν οι άντρες τις θηλυκές θεότητες (π.χ. οι έξι από τις δώδεκα ολύμπιες θεότητες είναι γένους θηλυκού, η Αθηνά ήταν η θεά της σοφίας αλλά και η προστάτρια της πόλης), η γήινη γυναίκα δεν γινόταν πλήρως αποδεχτή στις θρησκευτικές τελετές. Προφανώς, αυτό το παράδοξο οφείλεται σε δύο, τουλάχιστον, λόγους:
-Χαρακτηριστικό της αρχαίας ελληνικής θρησκείας ήταν ο εξαγνισμός, η καθαρότητα από το αίμα. Η γυναίκα ερχόταν, ακουσίως, σε επαφή με αίμα λόγω της εμμηνορρυσίας και του αιματηρού τοκετού (και τα δύο μυστήρια ανεξήγητα στην αρχαιότητα), άρα θεωρείτο μιαρό πλάσμα.
-Στο πολιτικό επίπεδο αφού η κοσμική εξουσία ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με τη θρησκευτική, η γυναίκα αποκλεισμένη από το πολιτικό πεδίο αποκλειόταν αμέσως και από το θρησκευτικό. Όμως, προκειμένου να εξυπηρετηθούν κυρίως πολιτικές σκοπιμότητες, η συμβολή της αστής κρινόταν απαραίτητη σε κάποιες ειδικές περιπτώσεις (π.χ. προκειμένου να αποκτήσουν τα παιδιά την ιδιότητα του πολίτη).




ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Κουκουζέλη Α. στο Γιαννόπουλος Ιω., κ.ά., Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό, τόμ. Β, Σημαντικοί σταθμοί του Ελληνικού Πολιτισμού, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2000.
Μπιργάλιας στο Μήλιος Α., κ.ά., Δημόσιος και ιδιωτικός βίος στην Ελλάδα Ι: Από την αρχαιότητα έως και τα μεταβυζαντινά χρόνια, τόμ. Α΄ Δημόσιος και ιδιωτικός βίος στην αρχαία Ελλάδα, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2008.
Ξενίδου-Schild, B., H ζωή της παντρεμένης γυναίκας [στην κλασική Αθήνα], στο
Πετροπούλου Α., επμλ. Δίπλα Α., Δημόσιος και ιδιωτικός βίος στην Ελλάδα Ι: Αθήνα και Σπάρτη, Αρχαϊκή-Κλασική Περίοδος: Ανθολόγιο, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2008.
Πετροπούλου Α., στο Μήλιος Α., κ.ά., Δημόσιος και ιδιωτικός βίος στην Ελλάδα Ι: Από την αρχαιότητα έως και τα μεταβυζαντινά χρόνια, τόμ. Α΄ Δημόσιος και ιδιωτικός βίος στην αρχαία Ελλάδα, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2008.
Σιέττος Γεώργιος, Τα Αδώνια Μυστήρια, εκδ. ΠΥΡΙΝΟΣ ΚΟΣΜΟΣ, Αθήνα 1997.
Bruit-Zaidman L.-P. Schmitt-Pantel, Η θρησκεία στις ελληνικές πόλεις της κλασικής εποχής, μτφ. Μπούρας Κ., εκδ. ΠΑΤΑΚΗΣ, Αθήνα 2004.
Fantham E., Peet-Foley H., Boymel-Kampen N., Pomeroy S. και Shapiro A., Οι γυναίκες στον αρχαίο κόσμο, μτφρ. Κ. Μπούρας, εκδ. ΕΑΠ, Αθήνα 2004.
Pomeroy, S., Θεές, Πόρνες, Σύζυγοι και Δούλες, μτφρ. Μπλέτα Μ., εκδ. ΚΑΡΔΑΜΙΤΣΑ, Αθήνα 2008.
 
Σημειώσεις
1. Πετροπούλου Α., στο Μήλιος Α., κ.ά., Δημόσιος και ιδιωτικός βίος στην Ελλάδα Ι: Από την αρχαιότητα έως και τα μεταβυζαντινά χρόνια, τόμ. Α΄ Δημόσιος και ιδιωτικός βίος στην αρχαία Ελλάδα, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2008, σ.280.
2 Πετροπούλου Α., ό.π., σσ. 280, 301.
3 Πετροπούλου Α., ό.π., σσ. 306-310.
4 Πετροπούλου Α., ό.π., σ. 316.
5. Μπιργάλιας Ν. στο Μήλιος Α., κ.ά., Δημόσιος και ιδιωτικός βίος στην Ελλάδα Ι: Από την αρχαιότητα έως και τα μεταβυζαντινά χρόνια, τόμ. Α΄ Δημόσιος και ιδιωτικός βίος στην αρχαία Ελλάδα, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2008, σσ. 348-49.
6. Ξενίδου-Schild, B., ό.π., σ. 116.
7. Μπιργάλιας Ν., ό.π., σ. 115.
8. Ξενίδου-Schild, B., H ζωή της παντρεμένης γυναίκας [στην κλασική Αθήνα], στο
Πετροπούλου Α., επμλ. Δίπλα Α., Δημόσιος και ιδιωτικός βίος στην Ελλάδα Ι: Αθήνα και Σπάρτη, Αρχαϊκή-Κλασική Περίοδος: Ανθολόγιο, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2008, σσ. 117-118· Pomeroy, S., Θεές, Πόρνες, Σύζυγοι και Δούλες, μτφρ. Μπλέτα Μ., εκδ. ΚΑΡΔΑΜΙΤΣΑ, Αθήνα 2008, σ. 115
9. Bruit-Zaidman L.-P. Schmitt-Pantel, Η θρησκεία στις ελληνικές πόλεις της κλασικής εποχής, μτφ. Μπούρας Κ., εκδ. ΠΑΤΑΚΗΣ, Αθήνα 2004, σσ. 102, 104-107, 108· Ξενίδου-Schild, B., ό.π., σσ. 117-118.
10. Οι αρρηφόρες θήτευαν για έναν χρόνο στο ναό της Αθηνάς. Βλ. Κουκουζέλη Α. στο Γιαννόπουλος Ιω., κ.ά., Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό, τόμ. Β, Σημαντικοί σταθμοί του Ελληνικού Πολιτισμού, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2000, σ. 49.
11. Bruit-Zaidman L.-P. Schmitt-Pantel, ό.π., σ. 130· Ξενίδου-Schild, B., ό.π., σσ. 119-120
12. Pomeroy, S., ό.π., σσ. 117.
13. Μπιργάλιας Ν., ό.π., σ. 361.
14. Μπιργάλιας Ν. ό.π., σσ. 357, 360-61.
15. Fantham E., Peet-Foley H., Boymel-Kampen N., Pomeroy S. και Shapiro A., Οι γυναίκες στον αρχαίο κόσμο, μτφρ. Κ. Μπούρας, εκδ. ΕΑΠ, Αθήνα 2004, σ. 123.
16. Fantham E., κ.ά., ό.π., σσ. 127-28.
17. Σιέττος Γεώργιος, Τα Αδώνια Μυστήρια, εκδ. ΠΥΡΙΝΟΣ ΚΟΣΜΟΣ, Αθήνα 1997, σσ. 21, 50.
18. Fantham E., κ.ά., ό.π., σσ. 121-22.
19. Μπιργάλιας Ν., ό.π., σ. 355.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου